Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

2ο κεφάλαιο Ένας διαφορετικός φίλος.

Έτσι όπως τρέχαμε μέσα στο δάσος άκουσα κάποιον να φωνάζει. Αρχίσαμε να τρέχουμε εγώ κι η Μαρίνα ακολουθώντας την φωνή.
Ενώ συγχρόνως φωνάζαμε τον Άγγελο κι τον Παύλο να έρθουν.
Όταν φτάσαμε στο μέρος από το οποίο ερχόταν η φωνή έμεινα κάγκελο. Ήταν ένα πλάσμα που σφάδαζε από πόνο κι αυτό το πλάσμα ήταν ο κολλητός μου ο Ντέιβ. Τον είδαν κι οι υπόλοιποι και πήραν θέση μάχης. Τότε κατάλαβα τι είχε συμβεί . Τον είχε δαγκώσει βρικόλακας και μας άκουσε μάλλον κι τον άφησε κι έφυγε. Τώρα το δηλητήριο του κυλούσε στις φλέβες του και τον έκανε να πονάει μέχρι να μεταμορφωθεί. Τώρα όμως η αγέλη έπρεπε να τον σκοτώσει. Μόλις το σκέφτηκα αυτό έτρεξα κι κάθισα μπροστά από τον Ντέιβ κι άρχισα να γρυλίζω.
«Μα τι κάνεις; Τον προστατεύεις;» Μου είπε ο Άγγελος μέσα στο κεφάλι μου.
«Είναι φίλος μου δε θα σε αφήσω να τον σκοτώσεις.»
«Δεν είναι πια ο φίλος σου.»
«Δεν με ενδιαφέρει δεν θα τον αγγίξεις.»
«Κάνε στην άκρη να τελειώνουμε.»
«Πάνω από το πτώμα μου.»Του είπα κι άρχισα να του γρυλίζω. Τότε ο Παύλος και η Μαρίνα άλλαξαν μορφή κι ήρθαν να κάτσουν δίπλα μου. Άλλαξε κι ο Άγγελος. Μόνο εγώ ήμουν λύκος τώρα αρνούμενη να αφήσω τον Ντέιβ έστω κι για να γίνω άνθρωπος.
«Πήγαινε να αλλάξεις μορφή θα τον προσέχουμε εγώ κι ο Παύλος.»Μου είπε η Μαρίνα.
«Δεν θα του κάνουμε κακό.» Συνέχισε την πρόταση της ο Παύλος.
Γρύλισα άλλη μια φορά στον Άγγελο και πήγα να αλλάξω μορφή. Όταν πια ήμουν άνθρωπος έτρεξα κι έκατσα διπλά στον Ντέιβ που ακόμα πονούσε προσπαθώντας να τον ηρεμίσω.
«Αφού θα τον αφήσουμε να ζήσει πρέπει να τον πάμε κάπου.» Μου είπε ο Άγγελος.
«Υπάρχει μια καλύβα μέσα στο δάσος, μπορούμε να τον πάμε εκεί.»Του είπε ο Παύλος.
«Ναι όμως ποιος θα μένει μαζί του;»
«Εγώ!» Είπα αμέσως.
«Και το σχολείο;» Μου είπαν και οι 3 μαζί.
«Την Δευτέρα θα έχει τελειώσει η μεταμόρφωση του .Το πρωί θα κάνω κοπάνα. Σιγά τώρα για 1 μέρα.»
«Και η μητέρα σου; αν μάθει για την κοπάνα…»
«θα κάνω ότι είμαι άρρωστη και θα με αφήσει στο σπίτι.»
«Τότε πως θα έρχεσαι εδώ;»
«Κρυφά. Δεν λέω θα ναι δύσκολο άλλα θα τα καταφέρω.»
«Πάμε τότε στην καλύβα»Είπε η Μαρίνα.
Τότε πήρα αγκαλιά τον Ντέιβ κι ακολούθησα τον Παύλο που μας πήγαινε στην καλύβα. Όταν φτάσαμε μπήκε μέσα ο Παύλος κι η Μαρίνα κι έφτιαξαν ένα πρόχειρο κρεβάτι από χόρτα. Μπήκα μέσα κι ξάπλωσα τον Ντέιβ πάνω στο κρεβάτι από τα χόρτα κι κάθισα δίπλα του. Κάποια στιγμή μπήκε μέσα η Μαρίνα κι έφερε ένα στρώμα για εμένα. Εγώ της είπα ότι δεν ήταν ανάγκη αλλά εκείνη επέμενε. Όταν βγήκε από την καλύβα πείρα τον Ντέιβ και τον έβαλα να ξαπλώσει πάνω στο στρώμα. Κατά τις 08:00 θα πήγαινα σπίτι και στις 09:00 θα ερχόταν η Μαρίνα να με πάρει να πάμε για ψώνια στην Γλυφάδα. Τουλάχιστον έτσι θα νόμιζαν οι γονείς μου. Κάποια στιγμή εκεί που καθόμουν δίπλα από τον Ντέιβ μου λέει η Μαρίνα. «Γρήγορα πρέπει να φύγεις. Θα τον προσέχω εγώ.»
Βγήκα από την καλύβα κι άρχισα να τρέχω με προορισμό το σπίτι μου. Η μόνη δυσκολία ήταν το πώς θα ανέβαινα στο μπαλκόνι για να μπω μέσα. Τέλος πάντων την ώρα που ο πατέρας μου έβγαινε έξω για να πετάξει τα σκουπίδια εγώ με γρήγορες δρασκελιές ανέβηκα στο μπαλκόνι μου, μπήκα μέσα, άλλαξα κι κατέβηκα κάτω κάνοντας ότι μόλις είχα ξυπνήσει. Δεν είχα κοιμηθεί καθόλου όλο το βράδυ αλλά δεν νύσταζα. Όταν κατέβηκα κάτω έκανα ότι έκανα και κάθε άλλη φυσιολογική Κυριακή. Ήπια το γάλα μου έφαγα φρυγανιές με μέλι και κάθισα να δω τι παίζει στην τηλεόραση.
Στις 09:00 όπως το είχαμε κανονίσει ήρθε να με πάρει η Μαρίνα.
Στο δρόμο για την καλύβα την ρώτησα πως είναι ο Ντέιβ κι μου απάντησε ότι ήταν όπως τον άφησα. Όταν φτάσαμε μπήκα γρήγορα μέσα στην καλύβα. Η Μαρίνα κι ο Παύλος έφυγαν κι συνέχισαν την περιπολία ενώ ο άγγελος έμεινε γιατί ανησυχούσε για εμένα. Κάποια στιγμή εκεί που καθόμουν δίπλα του μου έπιασε το χέρι κι μου είπε τόσο χαμηλά που σχεδόν δεν ακουγόταν.
«Πο-να-ω.»
«Το ξέρω καλέ μου. Ηρέμισε θα περάσει.» Του είπα κι άρχισα να του τραγουδώ. Το ότι είχα γίνει ‘‘προστάτης’’ δεν σήμαινε το ότι είχα ξεχάσει να τραγουδάω και να παίζω μουσικά όργανα. Έμεινα εκεί δίπλα του όλη την ημέρα κι όταν πήγε 20:00 έφυγα και πήγα σπίτι. Μπήκα μέσα από την πόρτα κανονικά και πήγα για ύπνο, που λέει ο λόγος. Ανέβηκα στο δωμάτιο μου και πήδηξα από το μπαλκόνι. να πάω στην καλύβα. Είχα ένα προαίσθημα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου