Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

19ο κεφάλαιο Σχολείο και αετός.

Ο ύπνος που πείρα κάθε άλλο παρά με ηρέμισε. Είδα ότι βρισκόμασταν πάλι εγώ ο Άγγελος και η Ρασέλ στην καλύβα του Στέφαν όμως το σκηνικό ήταν διαφορετικό. Εγώ ήμουν ξαπλωμένη σε έναν καναπέ ενώ η κοιλιά μου ήταν πρησμένη –από την εγκυμοσύνη υπέθεσα- και ότι αντί για τον Στέφαν αυτός που απειλούσε να μας σκοτώσει ήταν ο Ντέιβ. Είδα ότι με πλησίαζε κρατώντας ένα μαχαίρι και δείχνοντας μου τα δόντια του και λίγο πριν με φτάσει εγώ ξύπνησα φωνάζοντας από τον τρόμο. Αμέσως ένιωσα κάποιον να με αγκαλιάζει και είδα πως ο Άγγελος με είχε πάρει αγκαλιά και είχε βάλει το κεφάλι μου στον ώμο του. Πρέπει να έκλαιγα διότι ,όταν τελικά απομακρύνθηκα από πάνω του μόνο για λίγα λεπτά για να τον παρατηρήσω, είδα πως το σημείο όπου είχα εγώ το κεφάλι μου ήτανε μούσκεμα.
«Τι έπαθες;» Μου είπε ενώ είχε πιάσει και πάλι το κεφάλι μου και με τα δύο του χέρια καθαρίζοντας τα δάκρυα που κυλούσαν από τα μάτια μου.
«Τίποτα είδα απλώς έναν εφιάλτη.»
«Ηρέμισε δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα όνειρο, μην ανησυχείς.» Μου είπε και μου χαμογέλασε τρυφερά. Εγώ τότε τράβηξα το πρόσωπο του και το έφερα όσο πιο κοντά στο δικό μου αφότου του ψιθύρισα «Σίγουρα» Και μετά δεν πρόλαβα να πω τίποτα άλλο γιατί τα χείλι μου συνέθλιψαν τα δικά του. Δεν ήταν πόθος παρά ανάγκη αυτό που με κατέκλυζε, ανάγκη, να σιγουρευτώ ότι όλα αυτά ήταν ένα όνειρο, ότι εγώ ήμουν καλά, ο Άγγελος και η Ρασέλ ήταν καλά και ότι ο Ντέιβ δεν κυνηγούσε κανέναν με κανένα μαχαίρι στο χέρι του. Αποφάσισα να μην πω στον Άγγελο τι ακριβώς είχα δει στον ύπνο μου και εκείνος δεν επέμεινε σε αυτό το θέμα παρά μόνο κάποια στιγμή με ρώτησε.
«Αλήθεια τι ήταν αυτό που είχες δει στον ύπνο σου;» Εγώ δεν του απάντησα αλλά άλλαξα θέμα. Οι μέρες περνούσαν γρήγορα μέχρι που ήρθε η μέρα να επιστρέψουμε στο σχολείο. Δεν μου άρεσε καθόλου η ιδέα του ότι θα απομακρυνόμουν από τον Άγγελο και την Ρασέλ. Τουλάχιστον δεν θα μείνει μόνη της. Σκέφτηκα και ένας κόμπος ανέβηκε στον λαιμό μου. Τι θα έκανα όλη την ημέρα μακριά τους. Σίγουρα θα είχαν αλλάξει πολλά ανάμεσα σε εμένα και στους συμμαθητές μου. Θα είχαν μάθει σίγουρα για την Ρασέλ και δεν αποκλείετε κάποια στιγμή να μάθαιναν για την εγκυμοσύνη μου. Όχι πως με ενδιέφερε η αντίδρασή τους αντιθέτως δεν ήθελα να έχουν καμία σχέση με τα προσωπικά μου. Όταν ξύπνησα το πρωί η ώρα ήταν 6:25. Η Ρασέλ κοιμόταν ήσυχη στο κρεβάτι της. Την Αγάπη δεν την ξύπνησα γιατί εκείνη πήγαινε στο λύκειο της γειτονιάς μας οπότε δεν χρειαζόταν να ξυπνούσε από τώρα. Όταν πήγα στο σαλόνι βρήκα τον Παύλο, την Μαρίνα, τον Ντέιβ και την Βαλεντίνα να κάθονται βαριεστημένα και να πίνουν καφέ (εκτός από τον Ντέιβ). Ο Παύλος και η Μαρίνα πριν έρθουν και μείνουν εδώ έμεναν πιο κοντά στο σχολείο οπότε δεν χρειαζόταν να ξυπνάνε τόσο νωρίς για να πάνε στην στάση. Θα μπορούσαμε να πηγαίναμε τρέχοντας στο σχολείο αλλά θα κουραζόμασταν πολύ και αυτό δεν συνέφερε. Το κακό είναι πως όταν τα παιδιά του λεωφορείου μου, έπαιρναν είδηση ότι μαζί μου ανέβαιναν στο λεωφορείο και ο Παύλος με την Μαρίνα, την Βαλεντίνα και τον Ντέιβ θα άρχιζαν τις ερωτήσεις και αυτό δεν μου άρεσε καθόλου. Επίσης ακόμα φοβόμουν για τον Ντέιβ, όχι πως δεν τον εμπιστευόμουν, τον εμπιστευόμουν και πολύ μάλιστα, αλλά αν κάποιο παιδί χτύπαγε και ο Ντέιβ ήταν πολύ κοντά; Δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι. Ευτυχώς η κοιλιά μου δεν έχει μεγαλώσει ακόμα πολύ οπότε δεν θα καταλάβουν τίποτα τα υπόλοιπα παιδιά προς το παρών. Μόλις κατέβηκα κάτω κατευθύνθηκα προς την κουζίνα για να φτιάξω έναν καφέ να πιω. Εκεί βρήκα τον Άγγελο να κάθετε και να κοιτάει αφηρημένος έξω από το παράθυρο.
«Τι σκέφτεσαι;» Του είπα και πήγα και κάθισα σε μία καρέκλα δίπλα του.
«Εσένα.» Μου είπε και τράβηξε το βλέμμα του από το παράθυρο και το έστρεψε σε εμένα.
«Τι σκέφτεσαι για μένα;» Του είπα εγώ ξεχνώντας τον λόγο που μπήκα στην κουζίνα.
«Το ότι από εδώ και πέρα θα είσαι μακριά μου το περισσότερο μέρος της ημέρας και όταν θα είσαι εδώ θα έχεις διάβασμα και γενικός το ότι θα χωριστούμε κατά κάποιον τρόπο.»
Παρόλο που ανησυχούσα και εγώ για αυτό το θέμα του απάντησα με ήρεμη φωνή.
«Μην ανησυχείς όλα θα πάνε καλά, στο υπόσχομαι.» Είπα και κατευθύνθηκα προς την πόρτα που έβγαζε στο σαλόνι, πριν προλάβω όμως να βγω ο Άγγελος με πρόφτασε και πίεσε τα χείλι του πάνω στα δικά μου.
«Ελπίζω να πας καλά στο σχολείο.» Μου είπε και μου χαμογέλασε. Έπειτα πήγα στο σαλόνι και είπα στα παιδιά ότι ήταν ώρα να πάμε στην στάση του λεωφορείου έτσι βγήκαμε όλοι έξω και αρχίσαμε να τρέχουμε προς την στάση. Η στάση βρισκόταν κοντά στο παλιό μου σπίτι. Όταν φτάσαμε εκεί το λεωφορείο είχε είδη φτάσει. Μόλις ο οδηγός είδε ότι ήμασταν τόσοι πολύ ζήτησε εξηγήσεις και εγώ του είπα ότι απλώς μετακομίσανε. Έπειτα μας άφησε να μπούμε μέσα και καθίσαμε στις θέσεις μας. Η ημέρα δεν θα μπορούσε να ήταν χειρότερη. Όλοι οι συμμαθητές μου και οι δάσκαλοι μου ερχόντουσαν και με ρωτούσαν για την αδερφή μου και για την Ρασέλ. Φυσικά τους έλεγα ότι πέθανε σε αυτοκινητιστικό ατύχημα και ότι η Ρασέλ μένει μαζί με εμένα και με τους γονείς μου. Τα παιδιά από την αγέλη δεν απομακρύνθηκαν καθόλου από κοντά μου και συνέχεια προσπαθούσαν να διώξουν τους περίεργους που ερχόντουσαν να ρωτήσουν για την αδερφή μου. Όταν πια τελειώσαμε το σχολείο και επιστρέψαμε στο σπίτι με το που μπήκαμε μέσα έπεσε πάνω μας η Ρασέλ κλαίγοντας.
«Τι έχεις καλή μου, γιατί κλαις;» Τι ρώτησα εγώ αγχωμένη διότι δεν έβρισκα πουθενά τον Άγγελο με το βλέμμα μου.
«Ήρθε ένας άνθρωπος και προσπάθησε να με σκοτώσει αλλά είπε στον θείο ότι θα με αφήσει μόνο άμα δεχτεί να πάει μαζί του.» Εκείνη την ώρα μπήκε μέσα η Αγάπη. Μόλις τελείωσε η Ρασέλ ξαφνικά όλα γύρω μου σκοτείνιασαν. Όταν άνοιξα τα μάτια μου είδα ότι βρισκόμουν σε ένα δωμάτιο και από πάνω μου στεκόταν ο Άγγελος. Εγώ ανασηκώθηκα και κοίταξα γύρω μου το παράξενο μέρος όπου βρισκόμουν. Λίγα εκατοστά πιο πέρα και κρατώντας το χέρι μου βρισκόταν η Ρασέλ.
«Μα πως βρεθήκατε εσείς εδώ.» Μας ρώτησε. Η Ρασέλ τότε στράφηκε προς τον Άγγελο και του απάντησε.
«Πολλές φορές όταν αγχώνομαι μεταφέρομαι σε διάφορα μέρη άλλα δεν έχω μάθει ακόμα να ελέγχω αυτή μου την δύναμη και μάλλον όταν μίλαγα στη θεία για το τι έπαθες και ενώ την κρατούσα μεταφερθήκαμε στο μέρος όπου σε έχει φέρει αυτός ο άνθρωπος.»
«Μόνο που δεν είναι άνθρωπος.» Της είπε ο Άγγελος.
«Και τότε τι είναι, βρικόλακας;» Τον ρώτησα αμέσως εγώ που είχα μείνει άφωνη από αυτό που είχε κάνει η Ρασέλ.
«Όχι. Μοιάζει λίγο με εμάς. Μπορεί να μεταμορφώνετε όποτε θέλει σε αετό.»
«Και εσένα τι σε ήθελε;»
«Ήθελε κάποιον που να τον κάνει παρέα. Δεν είναι κακός απλώς νιώθει πολύ μοναξιά.»
«Εμένα μου λες.» Του είπα και κατσούφιασα. «Δεν ξέρεις πόσο ανησύχησα.»
«Ναι λιποθύμησε λίγο πριν έρθουμε εδώ.» Με διαβεβαίωσε η Ρασέλ.
«Συγνώμη, είμαι καλά, ηρέμισε.» Μου είπε και με φίλησε.
Εκείνη την στιγμή μας πλησίασε ο άνθρωπος-αετός.
«Βλέπω πως έχεις παρέα, το κοριτσάκι από εκείνο το μέρος και.» Έκανε μια παύση να με περιεργαστεί πριν συνεχίσει. «Και αυτή η νοστιμούλα πια είναι;» Ρώτησε ενώ δεν έπαιρνε τα μάτια του από πάνω μου.
«Είμαι η κοπέλα του.» Του απάντησα με κάπως επιθετικό τόνο.
«Νιώθω όμως στον αέρα και την παρουσία ενός ακόμα προσώπου αλλά είναι πολύ μικρό για να μπορέσω να καταλάβω τι είναι.» Συνέχισε αυτός αγνοώντας με.
«Είναι το παιδί μας.» Του απάντησε ο Άγγελος.
«Μα δε βλέπω κανένα παιδί εδώ εκτός από αυτήν την μικρούλα.»
«Δεν το βλέπεις γιατί είναι ακόμα στην κοιλιά της μαμάς του.» Φώναξε θυμωμένη η Ρασέλ.
«Κρίμα.»
«Γιατί κρίμα;» Τον ρώτησα.
«Κρίμα που δεν θα προλάβει να γεννηθεί.» Είπε και ξαφνικά μπροστά μου στεκόταν ένας βασιλικός αετός. Πριν προλάβω όμως να αλλάξω μορφή άκουσα τη Ρασέλ να λέει «μαρμαρόσιους» και έκανε και πάλι τα «ανεξέλεγκτα» μαγικά της και τον έκανε να ακινητοποιηθεί. Αμέσως αυτός έμεινε ακίνητος και μεταμορφώθηκε πάλι σε άνθρωπο.
«Γιατί τα κάνεις όλα αυτά;» Τον ρώτησα εγώ.
«Γιατί δεν έχω φίλους και από ότι φαίνεται μόνο με την βία μπορώ να αποκτήσω.»
«Δεν είναι έτσι. Άμα δεν μας είχες συμπεριφερθεί έτσι θα μπορούσαμε να ήμασταν φίλοι σου τώρα και να μην ήσουν ακινητοποιημένος.»
«Συγνώμη έχετε δίκιο.» Μας είπε και από τον τρόπο του κατάλαβα ότι το είχε μετανιώσει πραγματικά έτσι γύρισα προς τον Άγγελο και του ζήτησα να έρθει μαζί μου λίγο πιο πέρα για να του μιλήσω. Καθώς φεύγαμε ζήτησα από την Ρασέλ να τον προσέχει μέχρι να έρθουμε. Πήγαμε λίγο πιο πέρα ώστε να μην μπορεί να μας ακούσει και είπα στον Άγγελο.
«Τον λυπάμαι τον καημένο, μπορούμε να του δώσουμε μία ευκαιρία.»
«Δεν ξέρω γλυκιά μου δεν τον εμπιστεύομαι και πολύ.»
«Σε παρακαλώ, το ίδιο έλεγες και για τον Ντέιβ.»
«Εντάξει. Έχε χάρη που δεν μπορώ να σου πω όχι.» Μου είπε και με χάιδεψε τρυφερά στο μάγουλο. Έπειτα επιστρέψαμε στο σημείο όπου βρισκόταν η Ρασέλ και ο άνθρωπος-αετός.
«Πως σε λένε;» Τον Ρώτησα.
«Νίκολας, ή αλλιώς Νικ.» Μου απάντησε.
«Λοιπόν Νικ θα ήθελες να μπεις στην «οικογένεια» μας;»
«Αλήθεια το λέτε;»
«Ναι, Ρασέλ άφησε τον να κουνηθεί.»
«Εντάξει θεία.» Μου είπε και έκανε πάλι τα μαγικά της
λέγοντας «Ελευθερόσιους»
«Τώρα να μας πάρω από εδώ;» Ρώτησε η Ρασέλ.
«Είσαι σίγουρη ότι μπορείς;» Την ρώτησα.
«Ναι απλώς πιαστείτε όλοι πάνω μου.» Μας είπε και μόλις την πιάσαμε μεταφερθήκαμε στο σπίτι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου